
Για ένα πήδημα
ο μύθος της αρχαιοελληνικής αρετής
«Αν παραδεχθείς ότι το αμάρτημά σου είναι η δηκτικότητα, τότε κούνα το δάκτυλο όσες φορές, θες. Αλλιώς, κατέβασέ το»
Bryan Oswald, Ο Καιρός των Λύκων
Ο Έλληνας έχει θέμα με το σεξ. Στο γήπεδο, στη δουλειά, στο δρόμο, στο σπίτι θα εκφραστεί για το πήδημα. “Εμείς σας γαμάμε, θα σε ξεσκίσω, άντε γαμήσου”. Η καθημερινή ερωτολογία είναι παντού. Πηδάει, δεν πηδάει, αυτό είναι άσχετο. Αφορισμένος από τους δικούς του Θεούς να κυνηγάει την κλεμμένη Ελένη. Σαν πεινασμένος ρακένδυτος κέρβερος έχει ανέβει στην επιφάνεια και αναζητά την Περσεφόνη. “Τράβα, γύρνα πίσω. Σε θέλει ο Μεγάλος” σκούζει ο σκύλος, αλλά τα πράγματα είναι πάντα όπως φαίνονται μέχρι να αποδειχθεί διαφορετικά. Συμπεριφέρεται σαν εγκαταλελειμμένος, παρατημένος από την Γυναίκα∙ την Θεά που αναμένει μία ολόκληρη ζωή και ακόμα να φανεί. Παρακαλάει το αιδοίο, μητρικό ή ερωτικό ή και τα δύο να επιστρέψει σε αυτόν κ εκείνος να το ανακαλύψει, περίτρανος καφενόβιος και κηφήνας του νησιού της Κίρκης.
Ελένη
Ο τυφλός ποιητής τραγούδησε φωναχτά - μία και καλή - για τα Αχαϊκά λιγούρια, τα οποία σηκώσανε όλη την ηπειρωτική Ελλάδα για να κάψουν ξένη γη. Από τότε, δε, έχουν καθίσει στον αδύναμο πνευματικό σβέρκο του νεοέλληνα και δεν λένε να ξεκουνήσουνε. Ούτως ή άλλως, για μία δούλα παραλίγο να χάσουν ολόκληρο πόλεμο. Ο Πρίαμος αδυνατεί να κάνει και πολλά. Στέκεται στην κορφή των τειχών και κοιτάει πέρα από την άμμο και τον δυνατό Μεσογειακό ήλιο τις τριήρεις να λαμποκοπάνε εχθρικά στην γαλήνια θάλασσα. Τι αντίφαση θα σκέφτηκε, καθώς γύρισε σκεφτικός. Μαζί και ο μανδύας του. Η ευθύνη δεν είναι του τυφλού. Το μόνο του λάθος - ότι ξεστόμισε μία ποιητική περιγραφή, ένα προφορικό κείμενο - είχε ήδη γνωρίσει τη νέμεσή του στην τύφλωση. Φυσικά και δεν φταίει η Ελένη γα τον συλλογικό σοδομισμό των Αχαιών. Ούτως ή άλλως, την θεωρούσαν αντικείμενο. Για αυτό ξεκίνησαν να την πάρουν.
Τα 100ευρα
Ο Έλληνας έχει θέμα με το σεξ. Για μία γκόμενα πήγε στην Τροία, για μία γκόμενα τσακώνεται με τη μάνα του, για μία μάνα τσακώνεται με την γκόμενα, για ένα πέναλτι απειλεί ότι θα πηδήξει τον αντίπαλο, για ένα πέναλτι τον πηδάει ο αντίπαλος. Για μία νίκη ο παράγοντας φωνάζει ότι πηδάει ένα λαμπρό ποδοσφαιρικό αστέρα, για μία γκόμενα καίει 100ευρα στην εθνική Αθηνών – Λαμίας (in the old good days) κ πηδάει κ τη διπλανή παρέα που κάτι «είπε», με το ενδεχόμενο να βρεθούν στο τοπικό Α.Τ ή κεντημένοι στο τοπικό νοσοκομείο. Δεν είναι ότι οι Έλληνες δεν πηδάνε. Είναι ότι επαιτούν το «καλό», γιατί αυτό δεν έχουν. Μία κουλτούρα, η οποία είναι στηριγμένη στο αιδοίο, βασισμένη σε μία πατριαρχική κουλτούρα με κεντρική κ παραπαίουσα θέση της γυναίκας. Κομπλεξαρισμένοι και (όχι κομπλεξικοί) όπως ο έφηβος μπροστά στην πόρτα του studio, ο Έλληνας ήταν, είναι κ θα είναι ένα παιδί που επαιτεί ένα αιδοίο.
Εγκαταλελειμμένος από την Ελένη. Αυτή προτίμησε τον Πάρη.
Say your opinion